H Τζούντιθ Μαλίνα ήταν ηθοποιός, σκηνοθέτης και συνδημιουργός του ιστορικού Living Theater, πρωτοποριακού θιάσου και κινήματος με πειραματικές και πολιτικές δομές που άφησε εποχή με τις εμβληματικές παραστάσεις – διαμαρτυρίες του, επηρεάζοντας πλήθος δημιουργών, η Τζούντιθ Μαλίνα πέθανε σε ηλικία 88 ετών, τριάντα χρόνια μετά τον θάνατο του συντρόφου και συνοδοιπόρου της Τζούλιαν Μπεκ. Το Living Theater αποτέλεσε το έναυσμα για το off-off Broadway θέατρο με παραγωγές που είχαν φαντασία, αυτοσχεδιασμό και αναρχική ματιά, εναντιώθηκαν σε κάθε αυθεντία και σε κάθε μαζική ιδεολογία. Απομακρύνθηκε από την ακαδημαϊκή παράδοση, διακηρύσσοντας ότι σκοπός είναι «όχι η μίμηση της ζωής, αλλά η ίδια η ζωή», και επιδόθηκε σε τολμηρούς σκηνικούς νεωτερισμούς.
Της Σοφίας Ξυγκάκη
Στις 10 Απριλίου 2015 πέθανε σε ηλικία 88 ετών η Τζούντιθ Μαλίνα, εμβληματική μορφή του θεάτρου του 20ού αιώνα, συνιδρύτρια με τον Τζούλιαν Μπεκ του θρυλικού Living Theatre, της θεατρικής ομάδας που αποτέλεσε σημείο αναφοράς για όλα σχεδόν τα πρωτοποριακά θεατρικά σχήματα των τελευταίων 65 χρόνων.
H Μαλίνα γεννήθηκε το 1926, στο Κίελο της Γερμανίας, σε εβραϊκή οικογένεια που το 1927 μετανάστευσε στη Αμερική. Μεταπολεμικά, στη Νέα Υόρκη, υπήρξε μαθήτρια του επίσης γερμανού σκηνοθέτη Έρβιν Πισκάτορ, κύριου εκφραστή του πολιτικού θεάτρου, που τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχε καταφύγει στην Αμερική. Με τον Τζούλιαν Μπεκ ο οποίος είχε εγκαταλείψει το πανεπιστήμιο με την απόφαση να γίνει σκηνογράφος, ζωγράφος και συγγραφέας, παντρεύεται το 1948 και μαζί αποφασίζουν ότι το θέατρο που κυριαρχούσε τότε δεν ήταν γι’ αυτούς. Η Μαλίνα περισσότερο από τους δύο ήταν αποφασισμένη ότι, εφόσον δεν υπήρχε θέση γι’ αυτήν, θα δημιουργούσε τη δική της.
Ήδη με το όνομα που επιλέγουν για το δικό θέατρό τους, The Living Theatre, δηλαδή το «ζωντανό» θέατρο, καθώς και με τους συγγραφείς και ποιητές, Μπρεχτ, Γερτρούδη Στάιν, Λόρκα, Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς, Κοκτώ, έργα από το γιαπωνέζικο Νο μεταφρασμένα από τον Έζρα Πάουντ, αλλά και τον αναρχικό συγγραφέα και ψυχοθεραπευτή φίλο τους Πολ Γκούντμαν, που επιλέγουν να παρουσιάσουν, δίνουν το στίγμα των πρώτων κυρίως χρόνων της δημιουργίας τους: ποίηση, αναρχία, αναζήτηση μιας διαφορετικής γλώσσας και νέων τρόπων έκφρασης από την Ανατολή, όχι όμως με έμπνευση τη σαγήνη του οριενταλισμού αλλά την ανάγκη διερεύνησης των τεχνικών της τελετουργίας ως αντίδραση στο θέατρο της ανέμελης διασκέδασης. Εναντιώνονται στην νατουραλιστική αμερικάνικη εκδοχή της διδασκαλίας του Στανισλάφσκι, που δημιουργεί νέα κλισέ και στρέφονται στο ποιητικό θέατρο. «Θέλουμε το θέατρο να κάνει την επανάσταση που συντάραξε τις άλλες τέχνες: τη μουσική, τη ζωγραφική, τη γλυπτική».
Το θέατρο στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ʼ50
Ο Μπρεχτ και το πολιτικό θέατρο στην Αμερική της δεκαετίας του ’50 ήταν γνωστά κυρίως μέσω του Πισκάτορ, ο οποίος άλλωστε λόγω του Μακαρθισμού είχε αναγκαστεί να επιστρέψει στη Γερμανία. Ενώ η εμπειρία του Federal Theatre, του σχεδίου για ένα εργατικό θέατρο στο πλαίσιο του New Deal, την περίοδο 1935-39, αποτελούσε μάλλον αρνητικό πρότυπο, λόγω της λαϊκίστικης αντίληψης ότι η τέχνη πρέπει ν’ απλουστεύεται προκειμένου να γίνεται κατανοητή από όλους.
Όλες οι παραστάσεις τους, από τις πρώτες τους σε μία αποθήκη στη Wooster Street και στο διαμέρισμά τους, στο Νότιο Μανχάταν, έως το The Brig (το Μπρίκι) το 1963, είτε αυτές ανταποκρίνονταν στους κανόνες του ποιητικού ή του ρεαλιστικού θεάτρου, είτε αντανακλούσαν τις ανακαλύψεις της ψυχανάλυσης, στόχο είχαν, όπως επεσήμανε ο Πιερ Μπινέρ, να διευρύνουν τον χώρο της συνείδησης. Αυτό τους έφερε κοντά στον Μπρετόν και απέναντι σε ό,τι θεωρούσαν συμβατικό: τον «πολιτισμό», την υλική άνεση, τη φτιασιδωμένη ανώδυνη ατμόσφαιρα, την αυταρέσκεια του συγγραφέα, των ηθοποιών, των θεατών. Όμως, η ανάγκη τους να μην αρκεστούν στην επιφανειακή παρουσίαση των έργων, αλλά να εισχωρήσουν στις αισθήσεις και τη συνείδηση των θεατών και να τους ξεβολέψουν, τους έφερε κοντά στον Αντονέν Αρτώ, τον μεγάλο ηθοποιό, ποιητή, κυρίως σπουδαίο θεωρητικό του θεάτρου του 20ού αιώνα, συγγραφέα του Το θέατρο και το είδωλό του και εμπνευστή του Θεάτρου της Σκληρότητας. Και έχει πολύ ενδιαφέρον ότι την ίδια εποχή, το 1963-64, ο Πήτερ Μπρουκ στη Βρετανία και ο Τζέρζι Γκροτόφκι στην Πολωνία, χωρίς ούτε κι αυτοί να έχουν καν ακουστά τον Αρτώ, καθώς δεν είχε ακόμη μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες, μέσα από τη δουλειά τους με τις ομάδες τους, διατύπωναν παρόμοια ερωτηματικά και κατέληγαν σε παρόμοιες αναζητήσεις. Όπως έγραψε ο Ντεριντά «το θέατρο της σκληρότητας δεν είναι μια αναπαράσταση. Είναι η ίδια η ζωή σε ό,τι δεν αναπαριστάται. Η ζωή είναι η μη αναπαραστάσιμη πηγή της αναπαράστασης».
Ο Αρτώ υπήρξε για το Living μια πρόσκληση για ταξίδι.
Το Living Theatre θα βρεθεί συχνά αντιμέτωπο με την αστυνομία, για παράδειγμα, με την κατηγορία της πολιτικής ανυπακοής, πολλές παραστάσεις του εξάλλου, όπως το The Brig, αποτελούσαν πράξη πολιτικής ανυπακοής, ή για φορολογικούς λόγους όταν η Μαλίνα και ο Μπεκ δεν κατάφεραν να ανταπεξέλθουν στα έξοδα του θεάτρου τους και καταδικάστηκαν σε μερικές βδομάδες φυλάκισης γι’ αυτό.
Το Living στην Ευρώπη και τον κόσμο
Το 1961, το Living δέχεται πρόσκληση από τη γαλλική κυβέρνηση να δώσει παραστάσεις στο Theatre des Nations. Εχθρική προς αυτό η αμερικάνικη κυβέρνηση αρνείται να χρηματοδοτήσει την περιοδεία στην Ευρώπη και το θέατρο συγκεντρώνει τα χρήματα, μεταξύ άλλων, από δωρεές φίλων και από τη διοργάνωση μιας έκθεσης όπου φίλοι τους ζωγράφοι και συγγραφείς, όπως οι Βίλεμ ντε Κούνινγκ, Ρόμπερτ Ράουσενμπεργκ, Πολ Γκούντμαν, Άλεν Γκίνσμπεργκ δώρισαν τα έργα τους προκειμένου να πραγματοποιηθεί η περιοδεία.
Αυτή η πρώτη τουρνέ στην Ευρώπη, σε Ρώμη, Τορίνο, Μιλάνο, Παρίσι Φρανκφούρτη, σηματοδοτεί την αρχή των περιπλανήσεών τους που θα συμπεριλάβει, μεταξύ άλλων, την Αφρική, την Ινδία, την ανατολική Ευρώπη, κυρίως την Πολωνία και την παραμονή στο Ν. Αμερική, κυρίως τη Βραζιλία. Στην Ελλάδα θα έρθουν δύο φορές, η τελευταία ήταν το 2001, όταν παρουσίασαν στο Θέατρο της Ρεματιάς το Mysteries and smaller pieces (Μυστήρια και μικρότερα κομμάτια) που είχαν ανεβάσει για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1964. Στη Γαλλία θα εγκατασταθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ η Ρώμη θα αποτελέσει το ορμητήριό τους για σχεδόν δέκα χρόνια, στη διάρκεια των οποίων ενέπνευσαν πολλές θεατρικές ομάδες που δρουν μέχρι σήμερα. Ηθοποιοί, άλλωστε, του Living που δεν ακολούθησαν τους Μπεκ, όταν αυτοί επέστρεψαν οριστικά στην Αμερική αρχές τη δεκαετίας του ʼ80, συνεχίζουν να ζουν και να δουλεύουν στην Ιταλία.
Το 1985, σε ηλικία 60 ετών, πέθανε ο Τζούλιαν Μπεκ. Το 2008 πεθαίνει ο Hanon Reznikov, δεύτερος σύζυγος της Μαλίνα, ηθοποιός και συγγραφέας επίσης του Living. Τώρα τη διεύθυνση του θεάτρου ανέλαβαν τρεις παλιοί ηθοποιοί της ομάδας, ανάμεσα τους και ο Γκάρικ Μπεκ.
Το Living Theatre ανέβασε πάνω από 80 παραστάσεις, ανάμεσά τους, από τις πιο διάσημες: η Αντιγόνη και οι Τραχίνιες, The Connection (Ο σύνδεσμος) του Τζακ Γκέλμπερ, Paradise now (Παράδεισος τώρα), η παράσταση σύμβολο του «όλα τώρα» που ενσάρκωνε το αίτημα και τα ιδανικά μιας ολόκληρης γενιάς.
Η επιρροή τους -και- σήμερα
Η Τζούντιθ Μαλίνα και ο Τζούλιαν Μπεκ υπήρξαν εμβληματικοί εκπρόσωποι της αντικουλτούρας, της μαχητικής αντίδρασης της δεκαετίας του ’60 ενάντια στο σύστημα που απαιτούσε όλο και περισσότερα αγαθά, που ενορχήστρωνε πολέμους, έθετε σε κίνδυνο το μέλλον του πλανήτη, που οδηγούσε στη μοναξιά, στην υποβάθμιση της ανθρώπινης ζωής. Στόχος τους υπήρξε όχι μόνο να καταργήσουν τα όρια ανάμεσα στη σκηνή και την πλατεία, διαμορφώνοντας έτσι έναν νέο πρότυπο θεατή αλλά και τα όρια προσωπικής ζωής και καλλιτεχνικής δημιουργίας προτείνοντας ένα μοντέλο πολιτικής κουλτούρας βασισμένη στην αναρχία και τον πασιφισμό. Απορρίπτοντας την προσποίηση του αστικού θεάτρου, επί 65 χρόνια η αναζήτηση μιας νέας τελετουργίας στο θέατρο (και κατά συνέπεια στη ζωή) τους οδήγησε μεταξύ άλλων στην Αφρική και τη Βραζιλία συμμετέχοντας με τον εθνολόγο και φίλο τους Ζωρζ Λαπασάντ στη μελέτη των διαφορετικών μορφών transe, αλλά και στη Πολωνία και τον Γιέρζι Γκροτόφσκι που στο θέατρο/εργαστήρι του αναδημιουργούσε τον μύθο και την τελετουργία με μία φυγή προς τα πίσω, όπως έγραφε ο Τζουζέπε Μπαρτολούτσι, σε αντίθεση με το Living που διεκδικούσε την ουτοπία, με τη φυγή προς το μέλλον.
Κι ίσως ακριβώς αυτό το καθιστά ακόμα επίκαιρο και ενεργό.
Kείμενο Σοφία Ξυγκάκη από την Διαδικτυακή Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ
http://epohi.gr/me-aformi-to-thanato-tis-tzountith-malina/
της Αρφαρά Κάτια
«Αναπόφευκτα» υποστηρίζει η Τζούντιθ Μαλίνα, ιδρυτικό μέλος του Living Theatre, εμμένοντας στη μορφή ενός θεάτρου έντονα πολιτικοποιημένου. «Εχουμε πάντα μια πολύ ισχυρή πολιτική θέση. Το μοντέρνο πολιτικό θέατρο του Πισκάτορ και του Μπρεχτ αποτελεί μέρος της κληρονομιάς μας. Πιστεύουμε ότι ο ηθοποιός δεν έχει δικαίωμα να σταθεί στη σκηνή και να πει στον θεατή “άκουσέ με, κοίταξέ με” αν δεν έχει κάτι να του πει. Τι έχουμε εμείς να πούμε; Οτι είμαστε ειρηνιστές, αναρχικοί, φεμινιστές και οι περισσότεροι από μας… χορτοφάγοι» επισημαίνει αδιαφορώντας για όσους εγγράφουν τον θίασο στον χώρο ενός παρωχημένου ιδεαλισμού. «Το πολιτικό θέατρο εθεωρείτο από κάποιους ξεπερασμένο ήδη από την εποχή του Αισχύλου. Ξεπερασμένη είναι όμως και η ίδια η άποψη ότι είναι παρωχημένο. Θεωρούμε ότι ο αγώνας ανάμεσα στην κοινωνία που προσπαθεί να διατηρήσει το status quo και στους καλλιτέχνες που προσπαθούν να το αλλάξουν δεν έχει σταματήσει. Οι σημερινοί νέοι, αυτοί που διαμαρτύρονται στο Σάλτσμπουργκ και στη Γένοβα, διαπνέονται από τα ίδια οράματα με εκείνα του Μάη του 1968. Η δουλειά μας συνεπώς δεν έχει ακόμη τελειώσει» δηλώνει δίνοντας την εντύπωση ότι τίποτε δεν έχει αλλάξει από τον καιρό που αποφάσιζε με τον Τζούλιαν Μπεκ, εκείνη μαθήτρια του γερμανού σκηνοθέτη Ερβιν Πισκάτορ, εκείνος ζωγράφος του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, να αντιπροτείνουν στο εμπορικό θέατρο ένα πειραματικό λαϊκό σχήμα που θα συνταύτιζε σκηνικά τον πολιτικό αγώνα με τη θεατρική έκφραση.
Το ρεπερτόριό τους περιλαμβάνει ως σήμερα 80 παραγωγές σε εννέα γλώσσες και σε 25 χώρες: από τα πρώτα ποιητικά δράματα που ανέβαζαν τη δεκαετία του ’50 στη Νέα Υόρκη («Ο Δόκτωρ Φάουστ ανάβει τα φώτα» της Γερτρούδης Στάιν, «Ο σύνδεσμος» του Τζακ Γκέλμπερ, «Το μπρίκι» του Κένεθ Μπράουν) ως την «Αντιγόνη» του Μπρεχτ και τα «Μυστήρια και μικρότερα κομμάτια» τον πρώτο καιρό της «εξορίας» του θιάσου στην Ευρώπη τη δεκαετία του 1960, την «Κληρονομιά του Κάιν», τον κύκλο δηλαδή των έργων που ανέβασαν σε μη θεατρικούς χώρους τη δεκαετία του 1970, την «Αρχαιολογία του ύπνου» και τον «Προμηθέα στα χειμερινά ανάκτορα» του Τζούλιαν Μπεκ στις αρχές της δεκαετίας του 1980 αλλά και την «Αντίσταση» που σκηνοθέτησε η Μαλίνα στη δεύτερη περίοδο «ζωής» του θιάσου, μετά τον θάνατο του Μπεκ και τη διαδοχή του από ένα παλιό μέλος της ομάδας, τον Χάνον Ρέζνικοφ. «Το δυναμικό μας ανανεώνεται συνεχώς, αν και τρεις από την ομάδα μας είμαστε μαζί 30 χρόνια. Δουλεύουμε ωστόσο πάντα με τον ίδιο τρόπο: ξεκινάμε, δηλαδή, κάθε φορά από το ποιο είναι το σημαντικότερο θέμα που μας απασχολεί τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, πολιτικά, φιλοσοφικά, ιστορικά, και ύστερα αποφασίζουμε ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να το εκφράσουμε» εξηγεί αναφερόμενη στη δουλειά που ετοιμάζουν αυτόν τον καιρό πάνω σε μια ιστορία της Βίβλου. Παρά την απαρασάλευτη εμμονή της στο στρατευμένο θέατρο, η Μαλίνα διαπιστώνει ότι το τοπίο της θεατρικής αβανγκάρντ έχει πλέον διαφοροποιηθεί. «Το θέατρο δρόμου είναι σήμερα μια πολύ κανονική και κατανοητή φόρμα. Οι θεατές δεν είναι πια παθητικοί. Αποτελούν μέρος του θεατρικού κόσμου και όχι θεατές του. Αν τους ζητήσεις να ανέβουν στη σκηνή, είναι έτοιμοι πια να το κάνουν.
της Αρφαρά Κάτια
πηγή: http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=134915
Μπορείτε να παρακολουθήσετε τα παρακάτω αρχειακά βίντεο με παραστάσεις, συνεντεύξεις και ομιλίες της Judith Malina.