“Η νύχτα” της Ρεμπέκα Πρίτσαρντ στο Θέατρο της Οδού Παραμυθιάς
Έχω ήδη επισημάνει τη σημαντική σκηνοθετική δουλειά του Τάσου Σαγρή και της ομάδας του πάνω στο σύγχρονο, ριζοσπαστικοποιημένο ευρωπαϊκό πολιτικό θέατρο. Θυμίζω στον αναγνώστη όσα έγραφα για τη σκηνοθεσία της «Ψύχωσης» της Σάρα Κέην, που ισχύουν εξίσου για την παράσταση της «Νύχτας».
«…Σκηνοθετώντας γυμνά και κάθετα, ως μορφή ανεπανάληπτου συμβάντος τον τραγικό αυτοβιογραφικό / αμλετικό μονόλογο της Σάρα Κέην, ο Τάσος Σαγρής τον τοποθέτησε στη σωστή του βάση. Τον είδε όχι ως μια ασύνειδη δομή σχιζοφρένειας χωρίς διέξοδο στον λόγο, αλλά συγχρόνως ως μια ενσύνειδη δομή άψογα συνταγμένου λόγου, χωρίς, όμως, διέξοδο στο συνάλληλο ‘άλογο’ στοιχείο του πραγματικού κόσμου. Επειδή, όπως είπε ο Σαίξπηρ, ‘είμαστε φτιαγμένοι από το υλικό των ονείρων’. Ό,τι δεν ονειρεύεται πεθαίνει. Κάθε φορά που ο ανθρώπινος πολιτισμός επιχειρεί να μεταφράσει την πραγματικότητα σε στεγανές, απόλυτα λογικές κατηγορίες, φτάνουμε στο ίδιο αδιέξοδο. Βλέπουμε να ορμούν μέσα από τις ρωγμές του συνταγμένου λόγου οι ασύντακτες δομές της αγριότητας και να κατακλύζουν τα πάντα. Είναι η επαναληπτική ‘ποντικοπαγίδα’ της Ιστορίας που, δυστυχώς, δεν γίνεται μάθημα».
Συμβαίνει και στον σύγχρονο τεχνοκρατούμενο, εκλογικευμένο πολιτισμό της ποσοτικής συσσώρευσης του πλούτου, μετά την επικράτηση των ανθρωποειδών που κατέβηκαν από τα δέντρα και έγιναν απ’ ευθείας τραπεζίτες, δίχως να περάσουν από τη φάση του ανθρώπου. Ζούμε μια εποχή θεσπισμένης βαρβαρότητας, μια «περίοδο παγετώνων» του πολιτισμού.
Ο ίδιος ο Άμλετ δείχνει την έξοδο από τη μοιραία ποντικοπαγίδα της Ιστορίας, όταν, τελικά, απαντά στο ερώτημα της ύπαρξης, καταφάσκοντας τη ζωή στην ολότητά της. Δίνει υποσχετική στον Οράτιο να ζήσει, όχι για να εκδικηθεί, αλλά για να ιστορήσει δημιουργικά. Συνήθως κάνουμε ότι δεν ακούμε την αμλετική υποθήκη και βαθαίνουμε, έτσι, το ρήγμα ύπαρξης – Ιστορίας.
Αυτή είναι η προβληματική του έργου της Ρεμπέκα Πρίτσαρντ με τίτλο «Η νύχτα», πολύ συγγενική με εκείνη των έργων της Σάρα Κέην, που δίνεται σε σκηνοθεσία του Τάσου Σαγρή στο Θέατρο της Οδού Παραμυθίας. Είναι το σκοτάδι εντός μας. Το έργο αφηγείται ένα τρομακτικό «κοριτσίστικο» μυητικό νυχτερινό ταξίδι εφηβείας, δίχως τέλος. Σαν να πέφτουν οι ηρωίδες μέσα σε μια ατελείωτη παγωμένη εικονική γαλαξιακή σπείρα. Μιλάμε, βέβαια, για μια μαρτυρική, ερεβώδη και όχι αμβρόσια, αστερόεσσα νύχτα. Για το απόλυτο σκοτάδι του κάτω κόσμου στα τάρταρα των σύγχρονων μεγαλουπόλεων, με τη μοίρα του ανθρώπου των σηράγγων που αναγγέλλουν οι χρησμοί, με μαύρα ψηφία γραμμένη. Από το εισαγωγικό σημείωμα του προγράμματος, μεταφέρω λίγα, χαρακτηριστικά:
«Το σκοτάδι απλώνεται πάνω από την Ευρώπη. Μια παρέα κοριτσιών ξεκινούν μέσα στη Νύχτα του κόσμου την πιο μεγάλη περιπέτεια, αναζητώντας μια έξοδο κινδύνου, τρόπο διαφυγής και εναντίωσης στους κανόνες, τις απαγορεύσεις, τις εντολές. Ανακαλύπτουν τελικά το πιο τρομακτικό: Το σκοτάδι που κρύβει ο καθένας μέσα του. Ζούμε παγιδευμένοι ανάμεσα στις επιθυμίες, τις αυταπάτες, τα εικονικά πρότυπα του εμπορεύματος και την πηγαία, ενστικτώδη ανάγκη για εξέγερση και δραπέτευση. Αδίστακτοι επιχειρηματίες, κυνικοί εγκληματίες, σίδερο, τσιμέντο, γυάλινες οθόνες και άνθρωποι ξεχασμένοι, η μητρόπολη είναι ένα τέρας που κατασπαράζει την ανθρωπότητα για να παραγάγει ένα φανταχτερό τίποτα. Η ΝΥΧΤΑ! Ο τόπος όπου κατοικούν όλοι οι εφιάλτες και τα πιο κρυφά όνειρά μας. Καθώς ο καθένας μας ζει μόνος του πια στη μικρή προσωπική του φυλακή, αυτό είναι ένα τραγούδι για τους φίλους που χάθηκαν».
Το έργο δεν είναι απελπισμένα «τυφλό», αλλά αφήνει διέξοδο στο ανθρώπινο αίσθημα, προάγοντας την αδιάλλακτη φιλία, μέχρι αυτοθυσίας, ανάμεσα στα δύο κορίτσια που τα δένει η αρχή του έρωτα, όχι του θανάτου. Δίνεται, έτσι, ομόλογα από τη σκηνοθεσία ως ένα ανεπανάληπτο, «άπαξ» αγαπητικό συμβάν, κάθετα, γυμνά, επικά, σαν όρθιο εμβατήριο, όχι καταγγελτικά αλλά σπλαχνικά, σαν σάλπισμα μιας κερδισμένης μάχης με το ανέφικτο, παιγμένο εξαίρετα, με αυτοπάθεια, από τις δύο νεαρές ηθοποιούς Σίσσυ Δουτσίου, Λίλη Τσεσματζόγλου. Με μουσικές εξαίσιες νεανικές με video ονειρικά (Άλκηστις Καφετζή), με ωραία «γραφίστικη» όψη (Κένι ΜακΛέλαν). Ένα έργο αλήθειας, μια παράσταση διαφάνειας.